- εμβρυοκαρδία
- ηαύξηση τού αριθμού τών σφύξεων τής καρδιάς και μετατροπή τού ρυθμού τους ώστε να μοιάζουν με τού εμβρύου.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εμβρυοκαρδία — η (ιατρ.), παθολογική αλλοίωση του καρδιακού ρυθμού, που τον κάνει όμοιο με τον καρδιακό ρυθμό του εμβρύου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)